- πρόχοις
- πρόχοοςvessel for pouring outfem dat pl (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προχοίς — προχοίς chamber pot fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προχοΐς — ίδος, ἡ, Α βλ. προχοΐδα … Dictionary of Greek
προχοΐδα — Όργανο απαραίτητο στα χημικά εργαστήρια για την ακριβή μέτρηση των όγκων. Αποτελείται από ένα γυάλινο σωλήνα κυλινδρικό, με αυστηρά σταθερή διάμετρο, επί του οποίου υπάρχει κλίμακα κυβικών εκατοστών και των δεκαδικών υποδιαιρέσεών τους. Ο όγκος… … Dictionary of Greek
προχοί — προχόω pile in front pres subj mp 2nd sg προχόω pile in front pres ind mp 2nd sg προχόω pile in front pres subj act 3rd sg προχοί , προχοίς chamber pot fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προχοίδας — προχοίς chamber pot fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προχοίδι — προχοίς chamber pot fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)